Του Θανάση Τριαρίδη
1. ~ Ένα βιβλίο με ποιήματα για τα κορίτσια που διαγουμίστηκαν μέσα στην Ιστορία. Για τα κορίτσια που επειδή θέλησαν να είναι μόνο κορίτσια και όχι παραπληρώματα των αρσενικών φόνων ρημάχτηκαν, μαρκαρίστηκαν απαξ δια παντός, ταπεινώθηκαν, εξευτελίστηκαν, πασαλείφτηκαν με σκατά στο πρόσωπο, γέμισαν με τις φτυσιές του αγριεμένου πλήθους.
Εκκλησία της μήτρας
Κλήθηκε γενική συνέλευση μητρότητας.
Μαζευτήκαν μάνες, μητέρες, στείρες και μητριές.
Όλες με τα καλά τους.
Άλλες με τον τσελεμεντέ
άλλες με το στραπ-ον
κάποιες με τα βιβλία τους.
Δεν ξέρει κανείς αν έφεραν αυτά που ήθελαν να αφήσουν πίσω τους
ή αυτά που ήθελαν να φαίνονται εμπρός τους.
Το θέμα ήταν σοβαρό,
δικαίωμα ψήφου στην οικογένεια.
Καταψήφισαν όλες τις όλες
πήρε μηδέν ο εαυτός
μάζεψαν τα σύνεργα
έφυγαν με τα εγώ
Οι γυναίκες που καταψήφισαν τους εαυτούς τους. Τα εγώ που αιμορραγούν. Πρώτα από όλα και πάνω από όλα αυτό είναι ετούτο το βιβλίο.
2. ~ Ζαφειρία Μολ. Ψευδώνυμο – που έρχεται από μια σύντμηση. To Μολ με παραπέμπει στο μολυντήρι – εκείνη την σαύρα των παιδικών μου χρόνων που έφερνε τύχη. Τα κορίτσια ωστόσο δεν ήταν ποτέ τυχερά.
Δε θα μάθουμε ποτέ
πόσοι εκμεταλλεύθηκαν τη λέξη κορίτσι
και τρύπωσαν από το παράθυρο
εκείνου του δωματίου
που μένει πάντα απροφύλαχτο
από κάθε κορίτσι.
Κορίτσια προσέξτε το κορίτσι.
Δε θα μάθουμε ποτέ
πόσοι εκμεταλλεύτηκαν τη λέξη κορίτσι
και πόσοι το κορίτσι
3. ~ Είναι ένα βιβλίο τυποτεχνικά καμωμένο σαν εγχειρίδιο – από αυτά που αυτοκτονούν οι ερωτευμένοι του Μεσαίωνα. Αυτός που το έστησε δείχνει να έχει πληγωθεί για τα καλά από αυτό που σχεδιάζει:
Θα σας ειδοποιήσουμε
Πάνω που είπα να ψάξω θέση για νοικοκυρά
Να ψήνω τσιπς να φτιάχνω ντιπ
Να μάθω την κοπή ζουλιέν
Μαθαίνω ότι δε με παίρνουν ούτε για μαμά
Δεν κάνω;
δε θέλουν;
δεν έχουν την καρδιά;
Ποτέ λοιπόν δε θα μάθω
γιατί δεν πήρα τη δουλειά.
Προς το παρόν θα κόψω με ζουλιέν τη κουβερτούρα μου καρδιά,
θα κάνω τσιπς πικρά τραγανιστά,
θα κάνω ντιπ στα καυτά μου τα γατιά.
Μπας και λιώσουν μέσα μου
την ψυχρή του τη ματιά
4. ~ Μια σειρά από κατά το πλείστον μικρά ποιήματα με ελεύθερο στίχο. Ή και ένα μεγάλο ποίημα σε συνέχειες, γεμάτο θραύσματα και αποξηραμένα λουλούδια–πτώματα σε εφηβικά ημερολόγια που δεν ξεκλειδώθηκαν ποτέ. Η Δημουλά, γύρω παντού – σαν βαριά μυρωδιά που απλώνει. Η Μάτση Χατζηλαζάρου. Η Πολυδούρη με την πληγή της που ολοένα μεγαλώνει. Ο Σαχτούρης με τα φεγγάρια-λεπίδια του. Η Γώγου με την αλυχτισμένη άρνηση της πραγματικότητας. Ο Καρυωτάκης. Και κάτι ακόμη ακαθόριστο. Αναρχούμαι μέσα από τις αισθήσεις μου.
Είναι γεννήτορες όλοι αυτοί – ή μήπως είναι κάτι άλλο;
Αφερέγγυα ονείρων
Είσαι 35, σου τάζει ότι θα καλπάσει πάνω από τον Τιμ Μπάρτον,
ποντάρεις στο μαύρο άλογο.
Κι εκεί που σ’ ανεβάζει στα μανιτάρια για τσουλήθρα
ξαφνικά ξυπνάει ανόνειρη.
Τινάζεται η επένδυση στον αέρα
και προσγειώνεσαι στο γραφείο του Καρυωτάκη.
Πόλεμος πάλι με τις κάργιες,
με μια ελπίδα να ξυπνήσει μ’ ένα όνειρο
5. ~ Γυρνώντας τις σελίδες, πίσω μπρος, νιώθεις το βιβλίο να γλυκαίνει στα χέρια σου. Σαν να εξοικειώνεσαι με την λεπίδα του εγχειριδίου. Σαν να σου αρέσει που χαϊδεύεις την λεπίδα.
Beauté
Αύριο έχεις κομμωτήριο
να σου φτιάξουν τα σενάρια
να είσαι όμορφη και περίεργη
να κάνεις γούστο και να παπαγαλίζεις Νίτσε.
Μεθαύριο έχεις νύχια
να σου πληκτρολογήσουν το σπικάζ
να είσαι πνευματώδης και παιχνιδιάρα
να σκίζεις το βρώμικο και να κάνεις νιαρ
6. ~ Το έχει πει κάποιος παλιός: Όσοι γράφουμε είμαστε ανάπηροι που δείχνουμε τα χέρια μας. Κάνουμε επιλογές – και κρινόμαστε. Και για όσα σιωπήσαμε, το κρίμα μας θα μας μαζί του πάρει στον βυθό.
Οι απαίχνιδοι
Δε θέλω παιδί για να γίνω μάνα
Δε θέλω φυσικά επακόλουθα
Θέλω μόνο να μιλάω στον συνομήλικο που μου αξίζει
Επιτέλους να βρω έναν ανώριμο άνθρωπο να συνεννοηθώ
Να σχεδιάσω το μέλλον της ανθρωπότητας πάνω σε ένα τραπέζι με πίτσα πλειμομπίλ
Να διαφωνήσω με επιχειρήματα χρωμάτων
Να επιλέξω με διάθεση μπάλας παγωτού
Να πονέσω γιατί χτύπησα στη μπασκέτα
Να στενοχωρηθώ γιατί φίλησα από λάθος στη μπουκάλα
Να πω ψέματα ότι πονάει το ρουθούνι μου
Να μιλήσω την αλήθεια χωρίς να τη δηλώσω
Να χορέψω στο πεζοδρόμιο της επιστροφής με αυτοσχέδιους ρυθμούς
Να βγάλω νέα τραγούδια από τους λάθος στίχους που τραγουδώ
Να διαβάσω ανάποδα τα παραμύθια
Να μετρήσω τον μισθό μου σε χαρτζιλίκια
Να κεράσω κάτι αγόρια και κάτι κορίτσια με λεφτά του κουμπαρά
Να βαρεθώ με τους μεγάλους
Να κολλήσω τη μούρη μου στα τζάμια των λεωφορείων
Να χαιρετήσω έναν ένα τους επιβάτες των πλοίων
Να χαρώ γιατί μόνο σ’ αυτό το παιχνίδι κλέβω για να κερδίσω
Η Ζαφειρία γράφει για τη δική της αναταραχή φύλου – για τη δική της ματ(αι)ωμένη ταυτότητα, για αυτό το Gender Trouble που σκάζει μέσα της και μέσα μας. Και παλεύει να το μετασχηματίσει σε λουλούδι. Εκπρόσωπος ενός αλλοπαρμένου ρομαντισμού, πασχίζει να συναντήσει την ολότητά της κομματιάζοντας τον εαυτό της.
Αυτό το ποίημα είναι το Credo της Ζαφειρίας. «Θέλω να βγάλω νέα τραγούδια από τους λάθος στίχους που τραγουδώ / να διαβάσω ανάποδα τα παραμύθια». Ο πολιτικός σπασμός της μοναξιάς γυρεύει να γίνει βιοπολιτική κοινότητα.
7. ~ «Να διαβάσω ανάποδα τα παραμύθια». Αν κανείς ψάξει τους πολιτικούς γεννήτορες της Μολ θα συναντήσει την Άντζελα Κάρτερ και την Τζούντιθ Μπάτλερ – ή τον τρομερό τους ίσκιο. Ήρθε ο καιρός που το χνάρι τους θα το βρούμε –για φαντάσου– σε ελληνόγλωσσα ποιήματα:
Test dummy
Φύση αντιδραστική,
σώμα μπαλαρίνας,
σπουδές φλογέρας,
καρδιά αποκλίνουσα.
Γεννιέσαι στα 33
και θέλεις να γίνεις σερβιτόρα
σε μπαρ κουρδιστό και πορτοκαλί,
και σου τυχαίνει οι φίλοι
να σε θέλουν αλάνι
και πρωταγωνίστρια
σε ρόλο Αμελί.
Να σε βάλουν μοιραία αλλά τρυφερή να μετράς μπαλόνια στο Λούνα Παρκ
κι εσύ να ρίξεις άσφαιρο στα γυαλικά,
να σε χρίσουν καημένη στη στάση του λεωφορείου με Ντεπουσί στα ακουστικά
κι εσύ να τραγουδήσεις Μαργαρίτη τσιριχτά,
να σου γεμίσουν μια βαλίτσα να φύγεις για κάπου γραφικά
κι εσύ να τη γεμίσεις με εκρηκτικά,
να σου παπαγαλίσουν το άλλοθι
κι εσύ να πεις στο μπλόκο Πιαφ με τα χειρότερά σου γαλλικά.
Να σε ντύσουν με Ντιόρ για να ξεφύγεις εύκολα στο πρώτο στενό
κι εσύ να κάνεις τάι ντάι με σφηνάκι πόρτο στο λευκό,
να σου πλέξουν τα μαλλάκια με μιγκέ
κι εσύ να κάνεις γουέτ λουκ με το κέρασμα από ένα κακό ποτό,
να σου γράψουν επιστολή καθωσπρέπει, ερωτική, με βουλοκέρι υπογραφή
κι εσύ να γράψεις πάνω με το πιο φτηνό κραγιόν «πόσο σε μισώ»
8. ~ Η Μπάτλερ μίλησε για τα «πειθαρχικά καθεστώτα» που καθορίζουν την αποδοχή και απαγορεύουν την διερώτηση. Νομίζω πως θα της άρεσαν ετούτοι οι στίχοι:
Πέρασαν οι μήνες και κάτι χρόνια
Κι ακόμη ν’ αγοράσω θηλυκιά πιτζάμα
Κάθε ημέρα και μια παράταση
της παραίτησης
του κοριτσιού
Κι άλλη μια νίκη
του ασέξουαλ παιδιού
9. ~ Και κάπου εκεί, ιδού και οι τρομερές διδαχές της Δημουλά, αυτό το ανάποδο νοηματικό γύρισμα που συσπειρώνεται σαν παγίδα-έλασμα εγκλωβισμένη στον πάγο.
Τριάντα ενάτου
Πρώτος μήνας των φύλλων
και τελευταία μέρα του,
έπεσαν τόσα τόσα μέσα μου
που το έξω άρχισε να καθαρίζει την αυλή
για να χωρέσει μια εποχή ανακαλύψεων
που μοιάζει να μην έχει πληθυντικό
10. ~ Και γύρω από τα ποιήματα, η ζωή. Αίμα χαμένο που είναι ο κερδισμένος χρόνος μας.
Για ένα Σαββατοκύριακο χωρίς εκδρομή
Πήγαινε συχνά εκδρομές,
κάθε Δευτέρα με Παρασκευή.
Τα εισιτήρια, τα λεφτά και τα κλειδιά
ήταν πάντα φυλαγμένα στο καρυδένιο μπαρ.
Για ταξίδια με αεροπλάνο
έβαζε τζιν στο χαμηλό το σκαλιστό.
Τρεις πάγους για να τους μασάει στην απογείωση
και αγκοστούρα για τα σύννεφα.
Όταν πάλι έπαιρνε τρένο
προτιμούσε τα λιγομίλητα νουάρ κρασιά
από φλύαρα ποτήρια.
Στριφογύριζε το ποτήρι στα τούνελ
και ψέλλιζε τα δέντρα που είχε αποστηθίσει.
Αν αποφάσιζε να φύγει με αμάξι
έβαζε ρούμι στο κολονάτο το μικρό.
Πάντα είχε μαζί φέτες μοσχολέμονου
να τις δαγκώνει τα ηλιοβασιλέματα στο καπό.
Δεν μάθαμε ποτέ πώς τελείωσε η κάθε εκδρομή,
οι ιστορίες ήταν πάντα από τη διαδρομή.
Περίμενε απλά το Σαββατοκύριακο για να μείνει εκεί
Πραγματικά ένα υπέροχο ποίημα – το πιο ώριμο αυτό του εγχειριδίου.
11. ~ Μία κατάθεση ενός θηλυκού εγώ που αλυχτά, που προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει αυτό το «εγώ» δίχως να απαρνηθεί τους όρους της θηλυκότητας αλλά αρνούμενη τους επιβεβλημένους κανόνες του θήλεος. Και το κάνει συγκινητικά – κάποιες φορές σπαρακτικά:
Κανένα φτυάρι δεν έθαψε την Άνοιξη
Βγήκα το πρωί στον τάφο,
κι εκεί που φύτευα τις φωτογραφίες
είδα κάτι λουλούδια και πρασινάδες
να ορθώνονται μπροστά μου σαν τσαντισμένη γάτα.
Ρώτησα το καντήλι του γείτονα
και μου ’πε για την άνοιξη.
Θυμήθηκα τότε ότι μου χρωστάει αυτή η εποχή
εξ ου και το λιβάδι.
Αν και δεν μου ‘φτασαν ποτέ
αυτά τα τερτίπια της,
άπλωσα τα μαλλιά μου πάνω στο χώμα,
κι έχωσα τα πόδια μου στις ρίζες.
Κανένα φτυάρι δεν έθαψε την Άνοιξη
Όσο είμαστε εδώ δίχως να μεταφέρουμε τη ζωή μας σε μια ανόητη σωτηρία που συντελείται κάπου αλλού, κάπου ψηλά, κάπου μακριά, σε κάποιον τόπο αναψύξεως, όσο παλεύουμε εδώ, μέσα στο αίμα που χάνουμε, να κερδίσουμε τις αόρατες μάχες ολοένα και πιο λαβωμένοι, κανένα φτυάρι δεν θα θάψει την Άνοιξη.
12. ~ Σημείωση: Στο Βιβλίο των Χλωρών Διαμαντιών, τα εγχειρίδια μπορούν κάποτε να ανθίσουν – τινάζοντας στους ουρανούς όλο το αίμα από τις καρδιές των αυτοκτόνων που τρύπησαν.
Ας το γνωρίζει αυτό η Ζαφειρία Μόλ.
13. ~ Συμπέρασμα: Μια μακρινή μικρή αδελφή της Πολυδούρη καιι την Μάτσης, που ακουμπάει στο μπράτσο του Σαχτούρη και προσπαθεί να ανταμώσει το βλέμμα της Κικής Δημουλά. Ένα κορίτσι που αντάμωσε την Μπάτλερ και την Κάρτερ, έγινε μολυντήρι, πέταξε την καλή της τύχη στο πηγάδι και φώλιασε σε τούτο εδώ το βιβλίο.
Ζαφειρία Μολ
Κανένα φτυάρι δεν έθαψε την Άνοιξη
Κάπα Εκδοτική
Σχήμα: 10×20
Σελίδες: 80
ISBN: 978-960-628-265-2