Η παράσταση «Το Γάλα» του Βασίλη Κατσικονούρη, σε σκηνοθεσία Ερμίνας Κυριαζή και Μάνου Καρατζογιάννη φιλοξενήθηκε από το ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας στο θέατρο Αντιγόνη Βαλάκου, δικαιώνοντας τους διθυράμβους που την ακολουθούσαν και κυρίως, όσους πήγαν να δουν ένα ταξίδι στην απώλεια, στην αγάπη και στο ανείπωτο βάρος της οικογένειας, μια παράσταση που τη νιώθεις με όλες τις αισθήσεις και κυρίως με την καρδιά και την ψυχή, μια μελαγχολική λύτρωση για τον πόνο που έχουν νιώσει όλοι, μια αφορμή για ταύτιση χωρίς υπερβολές, μέσα από ένα έργο που περισσότερο το νιώθεις παρά το βλέπεις…
Γράφει η Νατάσα Θεοδοσίου
Υπάρχουν παραστάσεις που σε αγγίζουν βαθιά, όχι απαραίτητα με λόγια, αλλά με βλέμματα, σιωπές και μια ένταση που απλώνεται σαν σύννεφο στο θέατρο. «Το Γάλα» είναι μία από αυτές. Ένα έργο για την ξενιτιά, για την ένταξη, για την ψυχική ασθένεια και -πάνω από όλα- για την οικογένεια.
Επίσης υπάρχουν παραστάσεις που μοιάζουν με κραυγή. Άλλες, με προσευχή. Κι έπειτα, υπάρχει το «Γάλα». Ένα έργο που κυλά μέσα σου αργά, σαν δάκρυ που δεν κύλησε ποτέ.
Το ότι η παράσταση αυτή επανέρχεται είκοσι χρόνια από τη συγγραφή του έργου, δεκαεπτά από το πρώτο του ανέβασμα και δέκα μετά το τελευταίο του είναι αν μη τι άλλο συγκινητικό, καθώς φέρνει μαζί της τη νοσταλγία αλλά και τη διαχρονική δύναμη της ιστορίας και της γραφής του.
Στο θέατρο Αντιγόνη Βαλάκου η σκηνή μετατρέπεται σε έναν μικρό κόσμο, σχεδόν φυλακή. Εκεί, μια μάνα, δύο γιοι, κι ένα φορτίο βαρύ σαν το άρρητο παρελθόν. Ένας τόπος καταγωγής που δεν χωράει πια, μια πατρίδα που έγινε ανάμνηση. Και η αγάπη -πάντα παρούσα- μα όχι πάντα σωστή.
Η σκηνή μετατρέπεται σε ένα ζεστό, σχεδόν ασφυκτικό διαμέρισμα όπου τρεις ψυχές παλεύουν να συνυπάρξουν. Μια μητέρα που κουβαλάει ενοχές, όνειρα, φόβους. Ένας γιος που προσπαθεί να «σωθεί» μέσα από τη σταθερότητα ενός γάμου. Και ένας μικρός, εύθραυστος Λευτέρης που παλεύει με τους δικούς του δαίμονες, ζητώντας λίγη αγάπη, λίγη κατανόηση, λίγη γαλήνη.
Η ερμηνεία του Μάνου Καρατζογιάννη (Λευτέρης) καθηλωτική. Τα μάτια του κουβαλούσαν πόνο και μια απελπισμένη ανάγκη για αγάπη ως ένα παιδί που δεν έμαθε ποτέ να ζητάει βοήθεια. Το βλέμμα του διαπεραστικό… Η σχιζοφρένεια δεν παρουσιάζεται ως πρόβλημα, αλλά ως ένας άλλος τρόπος να βλέπεις τον κόσμο γεμάτος ευαισθησία, φόβο, και τρυφερότητα. Τα μάτια του είναι καθρέφτης. Η ψυχή του, γυμνή.
Η Στέλλα Γκίκα στον ρόλο της μητέρας σου δημιουργούσε την αίσθηση να θέλεις να την αγκαλιάσεις, να της πεις «τα κατάφερες όσο μπορούσες». Κάθε της φράση ήταν μια πληγή που ξανάνοιγε, ένα βλέμμα πίσω στη χαμένη πατρίδα, στα όνειρα που έμειναν ανεκπλήρωτα. Μια μητέρα-θηρίο και καταφύγιο μαζί. Η φωνή της τρέμει από ευθύνη και νοσταλγία. Η κάθε της κίνηση είναι μια εξομολόγηση που δεν ειπώθηκε ποτέ.
Ο Δημήτρης Πασσάς, (Αντώνης) είναι το παιδί που μεγάλωσε πολύ νωρίς. Που κουβαλάει την ευθύνη σαν σταυρό, και το μέλλον σαν υποχρέωση.
Και η Νατάσα μια ανάσα φωτός. Μια υπενθύμιση πως κάπου, κάποτε, υπήρξε αγάπη ανιδιοτελής.
Η σκηνοθεσία της Ερμίνας Κυριαζή και του ίδιου του Καρατζογιάννη κράτησε την ουσία του έργου λιτή αλλά εκρηκτική. Δεν χρειάστηκαν πολλά για να αποδοθεί η ψυχική κλειστοφοβία. Το φως, το ημίφως, οι σκιές και τα κόκκινα φώτα. Κάθε ήχος, κάθε παύση είχε νόημα. Η σκηνοθετική αποτύπωσή τους δεν φωνάζει, δε προσπαθεί να εντυπωσιάσει. Αντίθετα, πλησίαζε τον θεατή με ησυχία. Τον έκανε να στρέψει το βλέμμα μέσα του. Να δει εκείνα που έχει «θάψει». Εκείνα που τον κρατούν ξύπνιο τα βράδια.
Και η μουσική… Μελαγχολική, υπόγεια και γήινη σαν να σιγοτραγουδάει η μνήμη κάτι που προσπαθεί να ξεχάσει. Καταφέρνει να ενσωματώσει λαϊκά άσματα με ροκ στοιχεία, ενισχύοντας την ατμόσφαιρα του έργου και την ψυχολογική ένταση. Σαν κάτι παλιό που ακόμα επιμένει να μας ψιθυρίζει.
Το «Γάλα» δεν είναι απλώς μια παράσταση. Είναι μια πληγή που ανοίγει γλυκά. Σε κάνει να σκεφτείς τη δική σου οικογένεια, τα δικά σου ανείπωτα. Σε κάνει να αναρωτηθείς πόσα κουβαλάμε όλοι μας, σιωπηλά. Δεν είναι τυχαίο που έκτοτε «Το Γάλα» έχει γίνει σημείο αναφοράς για το νεοελληνικό θέατρο. Ταξίδεψε σε όλη την Ελλάδα, συγκέντρωσε εκατοντάδες χιλιάδες θεατές και κατέκτησε όλα τα θεατρικά βραβεία εδώ και δύο δεκαετίες.
Το «Γάλα» είναι ένα έργο για ό,τι δεν ειπώθηκε. Για τις πληγές που κρύβονται κάτω από το καθημερινό. Την τρέλα που δεν είναι πάντα εχθρός, αλλά καμιά φορά η πιο καθαρή φωνή. Για τη μητρική αγάπη που στραγγίζει απ’ την προσπάθεια. Για τη ρίζα που, ακόμα και αν ξεριζωθεί, επιμένει να τρέφει την ψυχή.
Αν έχετε νιώσει ποτέ ξένος, ακόμα και στο ίδιο σας το σπίτι…
Αν έχετε σιωπήσει ενώ θέλατε να ουρλιάξετε…
Αν αγαπήσατε χωρίς να ξέρετε πώς να το δείξετε…
Τότε, «Το Γάλα» είναι δικό σας έργο.
Όχι για να το καταλάβετε, αλλά για να το νιώσετε. Έστω και αν έχετε αγαπήσει ποτέ κάποιον που πονάει και δεν μπορείτε να τον φτάσετε…