Άννα Τζούμα-Μισσιριάν: Η ψυχή του Ιμαρέτ της Καβάλας

Αεικίνητη, δημιουργική, φιλόζωη, πολίτης του κόσμου, η Άννα Τζούμα-Μισσιριάν εκφράζει με έργα την αγάπη και την αφοσίωσή της στον τόπο όπου γεννήθηκε - Συνέντευξη στην εφημερίδα Καθημερινή


Συνέντευξη στην Αλεξάνδρα Μανδράκου

Με την Άννα Τζούμα-Μισσιριάν είχαμε μιλήσει αρκετές φορές στο τηλέφωνο, προτού συναντηθούμε από κοντά. Είχα διακρίνει την ευθύτητα και την αφοπλιστική αμεσότητα μιας γυναίκας δυναμικής, που δεν φοβάται να γίνει αιχμηρή, αλλά και που έχει το χάρισμα να κερδίζει τον συνομιλητή της. «Οι επαρχιακές πόλεις πρέπει να μικρύνουν, για να ανακτήσουν τη φύση, την ελευθερία, τη ζωή τους», είναι το πρώτο πράγμα που θα μου πει μετά τις συστάσεις.

Όταν, κάποιες μέρες αργότερα, θα μας υποδεχόταν στο Ιμαρέτ, το «δώρο» του Μοχάμεντ Άλι στη γενέτειρά του, το οποίο αποκατέστησε η εταιρεία Μισσιριάν ΑΕ και από το 2004 λειτουργεί ως πολυτελές ξενοδοχείο-μνημείο, θα γνώριζα μια πολίτη του κόσμου που αγαπά τον τόπο της με σπάνια αφοσίωση και δεν θα μπορούσε να ζήσει σε κανένα άλλο μέρος της Γης – όποτε χρειάστηκε να το κάνει, πάντα έβρισκε τον τρόπο να επιστρέφει στην Καβάλα.

Μαζί θα πηγαίναμε την επόμενη μέρα στα Στενά του Νέστου, ακολουθώντας την επιθυμία της να μοιραστεί εικόνες και εμπειρίες που αγαπά και τη συγκινούν στα μέρη της. Αλλά και στην Αγέλη, το εγκαταλελειμμένο μουσουλμανικό χωριό της Ξάνθης, όπου έχει δημιουργήσει το «καταφύγιό» της στα 20 λεπτά από το κέντρο της Καβάλας. Ένα ησυχαστήριο σε μια γη τραχιά, με δύσκολη πρόσβαση, που για να το προσεγγίσεις, βαδίζεις στα απομεινάρια της αρχαίας Εγνατίας οδού κι όταν είσαι εκεί, το μόνο που ακούς είναι τα νερά και τα πουλιά.

Θέα στον εγκαταλελειμμένο μουσουλμανικό οικισμό της Αγέλης.

«Ο πατέρας μου καταγόταν από οικογένεια ψαράδων-καραβοκύρηδων της Σμύρνης, που έφτασαν στην Καβάλα από τον Τσεσμέ μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, γνωρίζοντας τα ασφαλή νερά του κόλπου. Ο παππούς μου από την πλευρά της μητέρας μου ήταν Κωνσταντινουπολίτης, είχε μάλιστα υπηρετήσει στον οθωμανικό στρατό. Γαλουχήθηκα σε ένα περιβάλλον όπου πάντα υπήρχε αποδοχή και σεβασμός, αξίες που οι δικοί μου έφεραν μαζί τους ως προίκα από τις παλιές πατρίδες και μας έμαθαν να τις τιμάμε κι εμείς με τη σειρά μας. Η γιαγιά μου, που ήταν βαθιά θρησκευόμενη, υπήρχαν περίοδοι που δεν έβγαζε τηγανητό φαγητό στο τραπέζι. Μεγαλώνοντας, τη ρώτησα γιατί. Και μου απάντησε: “Για το ραμαζάνι”. Όταν ήταν μικρή στη Σμύρνη, δεν τηγάνιζαν αυτές τις μέρες του χρόνου, για να μην προκαλούν τους μουσουλμάνους γείτονες, που νήστευαν. Αλλά κι εκείνοι, μου είχε πει, Τετάρτη και Παρασκευή δεν έκαναν κεφτεδάκια, γιατί νηστεύαμε εμείς οι χριστιανοί».

Γαλουχήθηκα σε ένα περιβάλλον όπου πάντα υπήρχε αποδοχή και σεβασμός, αξίες που οι δικοί μου έφεραν μαζί τους ως προίκα από τις παλιές πατρίδες και μας έμαθαν να τις τιμάμε κι εμείς με τη σειρά μας…

Τετράδιο της θείας Ευδοκίας με αγαπημένες συνταγές της Άννας Τζούμα-Μισσιριάν.

Συνεχίζοντας την επιχειρηματική της δραστηριότητα στην Καβάλα, η οικογένεια Τζούμα δεν θα αργήσει να γίνει ευρέως γνωστή στην πόλη για τα καΐκια της. «Ζούσαμε από τη θάλασσα, όμως η κληρονομιά της Κωνσταντινούπολης ήταν ισχυρή. Η μητέρα μου θεωρούσε σημαντικό να γνωρίζω άπταιστα γαλλικά. Τελείωσα το νηπιαγωγείο στις καλόγριες και έπειτα συνέχισα στο εξαιρετικό δημόσιο σχολείο της πόλης. Παράλληλα διατήρησα την επαφή μου με τη γαλλική γλώσσα και παιδεία, παρακολουθώντας το εκπαιδευτικό πρόγραμμα των γαλλικών σχολείων, γεγονός που πολύ αργότερα με βοήθησε όταν μπήκα στο καπνεμπόριο, καθώς αυτή ήταν η επίσημη γλώσσα του κλάδου, ήδη από τα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας», λέει. Ως παιδί, διαβάζει αχόρταγα ό,τι πέφτει στα χέρια της, αυτό όμως που τη γοητεύει όσο τίποτα –με τρόπο σχεδόν καρμικό, δεδομένων όσων ακολούθησαν– είναι οι μύθοι και η ιστορία της Αιγύπτου. «Για ένα φεγγάρι, ήμουν πέντε ετών τότε, είχα αποφασίσει πως ήθελα να σπουδάσω αιγυπτιολογία. Ερχόμουν να επισκεφθώ τη γιαγιά μου, που έμενε στην Παναγία, και σταματούσα έξω από το σχολείο του βασιλιά της Αιγύπτου, κρυφοκοιτάζοντας μέσα από τα ανοίγματα. Θυμάμαι τον πατέρα μου να φέρνει δώρο στους αλιεργάτες του, που ζούσαν μέσα στο Ιμαρέτ, πορτοκάλια και κάστανα τα Χριστούγεννα. Σήμερα, το μέρος αυτό είναι προέκταση του εαυτού μου, δεν μπορώ όμως να θυμηθώ πότε έγινε φύση μου».

Φωτογραφικά ντοκουμέντα της κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει το Ιμαρέτ ακριβώς πριν από την έναρξη των εργασιών αποκατάστασής του.

Τελειώνοντας το σχολείο, το 1978, κι ενώ υπήρχαν στα σκαριά διάφορα σχέδια για το επαγγελματικό της μέλλον, συνειδητοποιεί πως δεν επιθυμεί να φύγει για τη Γαλλία για σπουδές, όπως ήταν το αρχικό πλάνο, γιατί δεν ξέρει τι δουλειά θέλει να κάνει. Μαθαίνει ότι στην εταιρεία Μισσιριάν αναζητούν κάποιον που να γνωρίζει άριστα γαλλικά, καθώς η εσωτερική αλληλογραφία της επιχείρησης ήταν στη γαλλική γλώσσα. Κάνει αίτηση και παίρνει τη θέση. Τρεις μήνες αργότερα θα απορρίψει οριστικά την προοπτική της Γαλλίας και θα παραμείνει στην Καβάλα, αποκτώντας μόλις την επόμενη χρονιά υψηλό διοικητικό πόστο στην εταιρεία. «Η σχέση με το εμπόριο έχει άλλη αλφάβητο, αλλά, το κυριότερο, ήταν ένα πολύ ασφαλές περιβάλλον για μένα, στο οποίο συζητούσαμε για πράγματα που με ενδιέφεραν. Εκείνα τα χρόνια, όταν έβλεπες ανθρώπους του καπνού, απαγορευόταν να μιλάς για καπνό. Yπήρχε επίσης το τζεντλεμελίκ: συμφωνούσαμε για κάτι χωρίς να το υπογράφουμε, γιατί μετρούσε ο λόγος των ανθρώπων. Οι αγοραπωλησίες γίνονταν προφορικά και ήξερες πως δεν θα σε ρίξει ο άλλος, παρότι ήδη τότε είχε ξεκινήσει η παρακμή του καπνού και είχαν απομείνει μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού ελληνικές εταιρείες στην πόλη. Όλα αυτά με ενθουσίαζαν, ένιωθα πως ανήκω σε αυτόν τον κόσμο».

Η σχέση με το εμπόριο έχει άλλη αλφάβητο, αλλά, το κυριότερο, ήταν ένα πολύ ασφαλές περιβάλλον για μένα, στο οποίο συζητούσαμε για πράγματα που με ενδιέφεραν. Ένιωθα πως ανήκω σε αυτόν τον κόσμο…

Φωτογραφικά ντοκουμέντα της κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει το Ιμαρέτ ακριβώς πριν από την έναρξη των εργασιών αποκατάστασής του.
Απόσπασμα του πρωτότυπου εγγράφου ίδρυσης του Ιμαρέτ από τον Μοχάμεντ Άλι (1813), έξοχο δείγμα παραγωγής κειμένου στην οθωμανική Αίγυπτο.

Παράθυρο στην Ανατολή

Περπατάμε στον Κήπο του Νερού, όπου βρισκόταν ο πρώτος μεντρεσές του Ιμαρέτ. Στα δωμάτια περιμετρικά, λειτουργούσαν οι κοιτώνες των μαθητών που σπούδαζαν θεολογία και νομική. Ο επόμενος κήπος, η τρίγωνη αυλή με τις πορτοκαλιές, αποτελούσε μέρος του δεύτερου μεντρεσέ, της πολυτεχνικής σχολής, καθώς στα χρόνια της ακμής της πόλης, το Ιμαρέτ παρείχε και κοσμική εκπαίδευση, πέρα από θρησκευτική. Μετά την αποκατάσταση, και οι δύο σχεδιάστηκαν έτσι ώστε να αντανακλούν τη φιλοσοφία των αυθεντικών ισλαμικών κήπων, που προορίζονται για ανάπαυση και περισυλλογή – μικρές οάσεις μέσα στην έρημο της ζωής. Η βουή της πόλης δεν φτάνει έως εδώ, η ποιητικότητα του χώρου συγκινεί, ο νους ταξιδεύει στον χρόνο. Οι δώδεκα γάτες του Ιμαρέτ –ο Σατό, η Μπισκοτίνα, ο Νώντας, ο Λουκάς, ο Αντωνάκης ήταν οι πέντε που συναντήσαμε– μαζί με τον «βασιλιά» Λαλίκ, το γιορκσάιρ τεριέ που ακολουθεί την κυρία Μισσιριάν σαν σκιά της, συνοδεύουν τα βήματά μας.

Μακέτα που αποτυπώνει νέες χρήσεις του συγκροτήματος μετά την αποκατάστασή του.

Επιστρέφοντας στο γραφείο, ξεφυλλίζουμε το πολύτιμο φωτογραφικό υλικό αρχείου, που αποκαλύπτει την ερειπιώδη εικόνα του χώρου μέχρι την έναρξη των εργασιών συντήρησής του το 2000, με ιδιωτικούς πόρους: σωροί σκουπιδιών, οικοδομικά υλικά, λάστιχα, μπάζα, χαλάσματα παντού. Αποτελώντας κομμάτι του οθωμανικού παρελθόντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς της Καβάλας, το Ιμαρέτ ανήκει στον οργανισμό βακουφίων της Αιγύπτου, αλλά προστατεύεται από την ελληνική νομοθεσία περί μνημείων. Τη λειτουργία του ως ξενοδοχείου-μνημείου από το 2004, κατόπιν συμφωνίας με την αιγυπτιακή κυβέρνηση, πλαισιώνει το ερευνητικό κέντρο MOHA, που στεγάζεται στο Σπίτι-Μουσείο του Μοχάμεντ Άλι και εργάζεται για την ανάδειξη της επιρροής του ισλαμικού πολιτισμού στην εξέλιξη της δυτικής σκέψης. Στην επιστημονική επιτροπή του συμμετέχουν κορυφαία πανεπιστήμια του κόσμου, όπως το ΜΙΤ, το Πρίνστον και η Οξφόρδη, ενώ ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι συνέργειες που αναπτύσσει, όπως για παράδειγμα το εκπαιδευτικό πρόγραμμα στην αρχή της προσφυγικής κρίσης, όταν τρεις φορές την εβδομάδα το Ιμαρέτ υποδεχόταν 40 προσφυγόπουλα από το καμπ της Καβάλας για μαθήματα αραβικών, αριθμητικής, χορού, γυμναστικής, μαγειρικής. «Μέχρι την 11η Σεπτεμβρίου στην Ελλάδα λανθασμένα πιστεύαμε πως ό,τι είναι μουσουλμανικό είναι τουρκικό. Ήθελα να δείξω πως το Ισλάμ είναι ένας άλλος κόσμος, χωρίς τον οποίο δεν θα ζούσαμε σήμερα με τον τρόπο που ζούμε, είτε μας αρέσει είτε όχι. Αυτό το παράθυρο στην Ανατολή με γοητεύει, περισσότερο σαν δικαιοσύνη και σαν αλήθεια, όχι σαν επανάσταση ή σαν άποψη. Η αστρονομία, η ιατρική, η αριθμητική, ακόμα και οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς έφτασαν στο σήμερα χάρη στις μεταφράσεις των Αράβων λογίων, όταν ο χριστιανισμός τούς αποκήρυττε».

Ήθελα να δείξω πως το Ισλάμ είναι ένας άλλος κόσμος, χωρίς τον οποίο δεν θα ζούσαμε σήμερα με τον τρόπο που ζούμε, είτε μας αρέσει είτε όχι. Αυτό το παράθυρο στην Ανατολή με γοητεύει, περισσότερο σαν δικαιοσύνη και σαν αλήθεια, όχι σαν επανάσταση ή σαν άποψη…

Φάκελος των αιγυπτιακών βασιλικών βακουφίων της Καβάλας με τυπωμένα στοιχεία, 1817-1905. Εκτίθεται στην Οικία Μοχάμεντ Άλι.

Στο στρωμένο τραπέζι φτάνει το κυρίως πιάτο του δείπνου μας: κοτόπουλο φεσεντζάν, μια περσική συνταγή του 800 π.Χ. με πουλερικό, τσιγαρισμένο καρύδι και μπαχαρικά σε χυμό ροδιού, που εντόπισαν οι ερευνητές του MOHA μελετώντας γαστρονομικά τεκμήρια του παρελθόντος. Τη ρωτώ με ποια από όλες τις ιδιότητές της θέλει να συστήνεται, σε ποια νιώθει πιο κοντά. «Σίγουρα δεν είμαι ξενοδόχος και σίγουρα δεν πουλώ καπνά, αλλά μπορώ να διαχειριστώ πολύ ωραία την ιστορία του προϊόντος. Επίσης, δεν μου αρέσουν οι επιχειρήσεις με τη στενή έννοια του “επιχειρώ”, εάν δεν έχουν όραμα, ομορφιά, αισθητική και υπόσχεση. Ίσως είναι τα βιώματά μου και το γεγονός πως γεννήθηκα σε μια μικρή πόλη, πάντως οι προτεραιότητές μου είναι διαφορετικές. Εξάλλου, ο κόσμος αλλάζει με ρυθμούς που δεν μπορώ ή και δεν θέλω να ακολουθήσω, οπότε προτιμώ να μην έχω παραπλανητική ταυτότητα, είμαι καλά στο περιβάλλον που έχω χτίσει γύρω μου. Μάλλον παραγωγό θα με θεωρούσα παρά έμπορο, γιατί αυτή η ιδιότητα με ελκύει περισσότερο ως διαδικασία».

Στο μεστζίτ (χώρο προσευχής και διδασκαλίας του Κορανίου) φιλοξενούνται κατά καιρούς περιοδικές εκθέσεις.

Το Ιμαρέτ στους αιώνες

Ήταν το 1813 όταν ο Καβαλιώτης Μοχάμεντ Άλι, Οθωμανός διοικητής της Αιγύπτου, θέλοντας να ευεργετήσει την πατρίδα του, λαμβάνει άδεια από τον σουλτάνο να ιδρύσει στην Καβάλα ευαγές ίδρυμα, στη θέση του αρχαίου ναού της Παρθένου. Θα χρειαστούν δεκαετίες για την αποπεράτωση της κατασκευής του, όμως το Ιμαρέτ θα ξεκινήσει τη λειτουργία του το 1820 και θα μείνει ανοιχτό για περίπου έναν αιώνα. Η λέξη «ιμαρέτ» θα πει «κουζίνα σούπας», και πράγματι η κουζίνα προσέφερε καθημερινά δωρεάν φαγητό στους σπουδαστές του ιδρύματος αλλά και στους φτωχούς της πόλης, ανεξαρτήτως φύλου, εθνότητας και θρησκείας.

Από αρχιτεκτονικής άποψης, αν και κυριαρχεί η τεχνοτροπία του οθωμανικού μπαρόκ, στο εντυπωσιακό οικοδόμημα, που απλώνεται σε επιφάνεια 4.200 τ.μ., συνυπάρχουν το βυζαντινό και το ρωμαϊκό στιλ, με τα τόξα, τις καμάρες και τα σταυροθόλια. Βασικό χαρακτηριστικό του είναι οι μολύβδινοι τρούλοι, που προστατεύουν το συγκρότημα από τις φθορές του νερού και της υγρασίας. Διέθετε δύο μεντρεσέδες, 60 φοιτητικούς κοιτώνες, κελάρι, κουζίνα, δεξαμενή νερού και μεστζίτ (χώρο προσευχής και διδασκαλίας του Κορανίου), όπου σήμερα σώζονται και λιγοστά βιβλία (κατάλογοι, λογιστικά έγγραφα, αρχεία αλληλογραφίας, βιβλία ιστορίας, γραμματικής και μαθηματικών) από την τεράστια συλλογή του ιδρύματος, η οποία στο μεγαλύτερο μέρος της έχει χαθεί.

Μετά το 1922 και την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, το Ιμαρέτ θα φιλοξενήσει πλήθος χριστιανών προσφύγων, που εγκαθίστανται εδώ ελλείψει των απαραίτητων υποδομών στέγασης στην πόλη. Οι τελευταίοι από αυτούς θα εγκαταλείψουν τον χώρο λίγο πριν από το 1970. Το 1954, μετά την πτώση του βασιλιά Φαρούκ Α΄, θα ξεκαθαριστεί με διακρατική συμφωνία πως το Ιμαρέτ και το αρχοντικό του Μοχάμεντ Άλι είναι αιγυπτιακά βακούφια, δηλαδή θρησκευτικές περιουσίες. Το 1984, κατόπιν πρωτοβουλίας της Μελίνας Μερκούρη, Ελλάδα και Αίγυπτος δεσμεύονται να συνεργαστούν για την αποκατάσταση του μνημείου, ωστόσο το Ιμαρέτ συνεχίζει για χρόνια να είναι ερείπιο, άτυπος αποθηκευτικός χώρος για τα καταστήματα της γειτονιάς και τμήμα του να λειτουργεί ως αναψυκτήριο. Το 2000, κατόπιν εξαετών διαπραγματεύσεων, η εταιρεία Μισσιριάν ΑΕ ενοικιάζει το Ιμαρέτ και την Οικία Μοχάμεντ Άλι για 50 έτη από την αιγυπτιακή κυβέρνηση. Μετά την αποκατάστασή του με ιδιωτικούς πόρους, το Ιμαρέτ λειτουργεί από το 2004 ως πολυτελές ξενοδοχείο-μνημείο.


Πηγή: kathimerini.gr

Κεντρική φωτογραφία: Η Άννα Τζούμα-Μισσιριάν ανάμεσα στους μολυβένιους τρούλους του Ιμαρέτ. (Φωτογραφίες: Μαρίκα Τσουδερού)

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο 10ο τεύχος της έκδοσης «Οι Τόποι μας-Καβάλα», Δεκέμβριος 2024.